Ποίημα του μαθητή Σταύρου Πρέντζα, μαθητή μου Γ Λυκείου στο Μουσικό Σχολείο Πρέβεζας
Η μούσα του μεταμεσονυχτίου
Τα παραθυρόφυλλα χτυπούν,
ο αέρας λυσσομανά, ο ουρανός ανάστατος.
Περασμένα μεσάνυχτα.
Άλλη μια κρύα νύχτα μόνος, ποιητή,
στο μικρό δωμάτιο πάνω
από τα χαρτιά σου, προσπαθώντας
να αρθρώσεις μια λέξη.
Τίποτα.
Έχεις τόσα να πεις, τόσα
να γράψεις, τόσα να σώσεις
από την ανυπαρξία του αύριο, του απείρου.
Κοιτάς το κερί που αργβοσβήνει,
παρατηρείς ένα ξεχασμένο μπουκάλι,
μετράς τις γόπες στο πάτωμα.
Ψάχνεις την δική σου μούσα.
Μα πάλι• τίποτα.
Και όμως, έχεις τόσα να πεις,
τόσα να αποτυπώσεις στο χαρτί,
μα το χέρι μοιάζει βουβό.
Είσαι τόσο απορροφημένος
στις κενές σκέψεις σου που δεν θα την δεις.
Δεν θα δεις την Φεγγαροντυμένη
να προβάλλει ωσάν ίσκιος μέσα
στο λιγοστό φως του κεριού.
Σε ατενίζω, αιθέρια κόρη, να βγάζεις
με χάρη το φεγγαρένιο πέπλο σου
και να τυλίγεις μ’αυτό τον νέο.
Κι όμως, αυτός δεν σε βλέπει,
μονάχα ξεκινά να γράφει.
Δεν βλέπει τα καστανά σου μάτια
να λάμπουν και να παιχνιδίζουν.
Δεν νιώθει το άγγιγμα σου καθώς
το απαλό χέρι σου κατευθύνει την πένα του.
Δεν ακούει την σιγανή φωνή σου να
του ψιθυρίζει δειλά στο αυτί και
να του αποπλανεί γλυκά τον νου.
Μόνο όταν φύγεις θα μυρίσει
κάτι λίγο από το άρωμά σου,
σαν μια μακρινή ευχάριστη ανάμνηση
όταν πλέον το ποίημα έχει γραφτεί.
Ύστερα, όμως, θα γευτεί ξανά
τη μοναξιά, το σκοτάδι.
Τίποτα πια να πει, τίποτα πια να γράψει.
Σταύρος Πρέντζας